Δεινοστράτου

Δεινοστράτου
Δεινόστρατος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Μέναιχμος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ναύπακτος ανδριαντοποιός (5oς; αι. π.Χ.). Θεωρείται σύγχρονος του Σικυώνιου Κάναχου και του Αιγινίτη Κάλλωνα. Αναφέρεται μόνο από τον Παυσανία (Z’ Αχ. 18,10), ο οποίος και μας πληροφορεί ότι κατασκεύασε, μαζί με τον… …   Dictionary of Greek

  • τριχοτόμηση γωνίας — Η διαίρεση μιας γωνίας σε άλλες ίσες γωνίες. Από πρακτική πλευρά, μπορεί να θεωρηθεί ότι το πρόβλημα λύνεται εύκολα με μια ανεκτή προσέγγιση, αν χρησιμοποιηθούν τα κατάλληλα όργανα (γωνιόμετρο, διαβήτης, κανόνας κλπ.). Όταν όμως αναζητήθηκε μια… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”